*Γράφει ο Δημήτρης Τόλιας
Αισίως συμπληρώνεται ένας σχεδόν μήνας από τότε που οι νέες Αυτοδιοικητικές αρχές ανέλαβαν καθήκοντα. Καθημερινά πληροφορούμαι για χαώδεις καταστάσεις σε δημοτικά συμβούλια ανά την επικράτεια της χώρας, ως απόρροια ατελέσφορων συζητήσεων. Η απλή αναλογική δεν φαίνεται να έχει εμπεδωθεί στο ελάχιστο. Υπήρξα και είμαι ακόμη υποστηρικτής του μέτρου. Δεν λέω, καλό θα ήταν να είχε ένα μικρό μπόνους ο Δήμαρχος, αλλά αυτός είναι ο νόμος και με βάση αυτόν θα αναπτύξω την ανάλυση μου.
Είχα γράψει τον περασμένο Μάρτη, ”Είναι προφανές ότι πολλά προβλήματα θα προκληθούν όσον αφορά την λήψη των αποφάσεων […] σε πολλές περιπτώσεις θα προκαλέσει αδράνεια, όσο τα προβλήματα των δημοτών θα εντείνονται αντί να λύνονται. Συνεπώς, είναι αναγκαίο πρώτον, οι προτάσεις της δημοτικής αρχής να καλύπτουν τα συμφέροντα όλων των δημοτών και να επηρεάζουν θετικά όλες τις πλευρές, ώστε και η αντιπολίτευση να είναι σε θέση να συναινέσει.’’
Το πρώτο σκέλος αποτελεί ήδη πραγματικότητα, το δεύτερο δεν έχει ακόμη επέλθει και φοβάμαι πως θα αργήσει. Για να έρθουμε στα του Δήμου Ωρωπού, ο πολιτικός λόγος συνεχίζει να φορτίζεται, να τέμνει την δημοτική κοινωνία σε «καλούς και κακούς, δικούς μας και δικούς τους’’. Ένας λόγος που υποδαυλίζει την αδιαλλαξία μεταξύ των παρατάξεων, που δημιουργεί απόλυτους εχθρούς. Η σύγκρουση όμως στην απλή αναλογική, ιδίως χωρίς αυτοδυναμία, σημαίνει τριβή και φθορά. Τα θραύσματά της εκσφενδονίζονται και πλήττουν τους θεσμούς, παρακωλύουν την διοικητική λειτουργία και στην τελική αποβαίνουν επιβλαβή για την μικρή μας κοινωνία, για τους Δημότες.
Βρισκόμαστε στην αναζήτηση ενός ρολσιανού Μodus Vivendi. Το ελάχιστο σημείο. Πριν κυλίσει η κοινωνία στον γκρεμό, να βρεθεί συναίνεση στο ελάχιστο σημείο ώστε τα προβλήματα να λυθούν και η κοινωνία να λάβει τα όσα αξίζει. Χρειάζεται θάρρος, συνεργασίες ευθύνης που βάζουν πρώτα τον Δημότη και αυτό δεν το βλέπω έναν μήνα μετά.
Η μεγάλη πληγή του Ωρωπού σήμερα και ταυτόχρονα, ο μεγαλύτερος κίνδυνος που διατρέχουν οι Δημότες είναι οι επιπτώσεις που θα φέρουν οι διχοτομικοί λόγοι των εκλεγμένων και ιδίως της εξουσίας. Και λέω ‘’ιδίως’’ όχι επειδή έχω κάποια συμπάθεια, αλλά διότι η εξουσία κυρίως οφείλει να είναι υπεύθυνη απέναντι στον πολίτη.
Οι λόγοι αυτοί που ρηματικά διακρίνουν πρόσωπα είναι όσο ποτέ αναγκαίο, να μετατραπούν σε συναινετικοί λόγοι. Δεν υπάρχουν ούτε καλοί-κακοί, ούτε «όταν αυτοί διοικούσαν φέρθηκαν έτσι», ούτε «εμείς» και «αυτοί», δεν υπάρχουν δικοί μας και δικοί τους. Υπάρχει η κοινωνία του Ωρωπού που δεν ενδιαφέρεται ούτε για παρελθούσες προσωπικές διενέξεις ούτε για κόντρες και κοκορομαχίες. Θέλει λύσεις στα προβλήματά της.
Ο Φουκώ είχε πει πολύ σοφά πως η εξουσία παράγει εκτός του να καταστέλλει. Πρέπει λοιπόν η εξουσία, η διοίκηση του Ωρωπού, να παράξει ένα πνεύμα συνεργασίας, μια βάση διαλόγου προτού οι κοκορομαχίες, που κανέναν έξω από το Δημοτικό Συμβούλιο δεν ενδιαφέρουν, αποτελέσουν τροχοπέδη στην ομαλή λειτουργία της διοίκησης του Ωρωπού.
Οι δημότες μπορεί να ανέχτηκαν τους διχοτομικούς λόγους μόνον εν μέσω των άκρως διπολικών εκλογών του Μαΐου, ωστόσο, πλέον απαιτούν συνεργασία. Θέλουν μια υπεύθυνη διοίκηση να λύσει με ειλικρίνεια προβλήματα. Το να παρουσιάζονται -προκλητικά- έργα της προηγούμενης διοίκησης ως έργα της τωρινής δεν είναι ειλικρινές βήμα. Η νέα διοίκηση οφείλει να ωριμάσει και να αφήσει το δικό της στίγμα πρώτα απ’ όλα εισάγοντας τον διάλογο και την συνεργασία μεταξύ των παρατάξεων. Υπερκερνώντας λόγους μίσους, λόγους παρελθόντος και ρητορικές πολιτικής εξολόθρευσης έχει χρέος να απαλύνει τον βραχνά της αδιαλλαξίας, να επιβάλλει εν αρχή το modus vivendi και εν συνεχεία την διαλεκτική συνεργασία.
Κλείνω, όπως έκλεισα σε εκείνο το άρθρο μου επτά μήνες πριν:
«[…] προκειμένου να αποφευχθεί το έμφραγμα, η ανάγκη για αναπνοή θα γεμίσει τα πνευμόνια μας (ελπίζω και το μυαλό μας) με τις αξίες της συμμετοχής και της συναίνεσης. Μέσα από το χάος των διαρκών ζυμώσεων θα ξεπροβάλει το αίτημα για συλλογική δράση. Τότε η συνεργασία θα ξεκλειδώσει τις πόρτες της συναίνεσης και της συμμετοχής, ενώ (όσο κλισέ και αν έχει καταντήσει, εγώ θα επιμένω) μέσω της παιδείας, οι αξίες αυτές θα εμπεδώνονται στις επόμενες γενιές, ώσπου κάποια στιγμή να εκλείψει το σύνδρομο του «κάθε πέρυσι και καλύτερα» που ταλανίζει εις τους αιώνας αυτή τη χώρα.»